«Ο φωτεινός φάρος όλης της περιοχής»
Από την ίδρυσή του το 1921, το Γυμνάσιο απετέλεσε μια κυψέλη πνευματικής δραστηριότητας, μια κολυμπήθρα γνώσεων για τους νέους όλης της περιοχής, απ’ τα Καστέλλια ως το (Παρόρι) Μπισκένι, 25 συνολικά χωριών.
Η λειτουργία του Γυμνασίου, με την εκπαίδευση και τη μόρφωση που παρείχε στους νέους, ενίσχυσε και διεύρυνε συγχρόνως και τον πνευματικό, κοινωνικό και πολιτιστικό ορίζοντα όλων των κατοίκων του επαρχιακού χώρου.
Η παρουσίαση της ιστορικής πορείας του Γυμνασίου θα ήταν ημιτελής, αν δε συμπληρωνόταν από τα προηγούμενα στάδια της Δημοτικής και Σχολαρχειακής Εκπαίδευσης.
Α΄ Το Δημοτικό
Το περιορισμένο σε έκταση και υπερχρεωμένο μεταεπαναστατικό κράτος, έδωσε πρώτη προτεραιότητα - με νομοθέτηση του Καποδίστρια - στην ίδρυση Σχολείων.
Το Δαδί, με την αθρόα συμμετοχή των Δαδιωτών στην Επανάσταση και τις θυσίες τους, απόχτησε νωρίς κύρος και δύναμη ενισχυμένη από την παρουσία του Δημογέροντα Αθανασίου Τσούτσου «ως Εθνικού Αντιπροσώπου του Αρείου Πάγου της χέρσου Ελλάδας», φίλου και εμπίστου του Καποδίστρια και του αξιωματούχου Στάθη Γαβρίλη και έτσι λειτούργησε από το 1835 ένα από τα πρώτα Δημοτικά Σχολεία της μικρής-μέχρι τη Λαμία- τότε Ελλάδας.
Από τις αρχές της λειτουργίας και μέχρι το 1886 ήταν μονοθέσιο τριτάξιο, ενώ στο επόμενο έτος 1887 προωθήθηκε σε τετρατάξιο διθέσιο, συντηρούμενο από το Δήμο.
Οι μαθητές πρέπει να ήταν λίγοι, αφού κατά τις απογραφές από το 1865 μέχρι το 1911 το Δαδί είχε πάνω από 4000 κατοίκους, ο δε αριθμός παιδιών 7-12 χρόνων πρέπει να ήταν 350-450. Τα περισσότερα, λοιπόν, παιδιά έμεναν δια βίου αγράμματα, αφού και η φοίτηση ήταν προαιρετική.
Το έτος 1911, η φοίτηση έγινε υποχρεωτική, χωρίς όμως να ελέγχεται από κανένα αρμόδιο όργανο.
Η διδασκαλία γινόταν στα ισόγεια διαφόρων ευρύχωρων σπιτιών μέχρι το 1915, οπότε αναγέρθηκε το λιθόκτιστο κτίριο- επί υπουργίας Ιωάννου Τσιριμώκου- έξι ευρύχωρων τάξεων και αυξήθηκε έτσι ο αριθμός των μαθητών και των δασκάλων.
Από το 1932 και μετά, λόγω πληθώρας μαθητών λειτούργησε και δεύτερο Δημοτικό στο σπίτι του Μπακάλη με κοινό προαύλιο, το δε όριο διαχωρισμού των δυο σχολείων ήταν η κάθετη γραμμή: Χορευταριά- Κουρελιά.
|
η φωτογραφία είναι του 1965
|
Β΄ Ελληνικό Σχολείο ή Σχολαρχείο
Συνέχεια της τριετούς ή τετραετούς φοίτησης στο Δημοτικό, ως δεύτερη βαθμίδα εκπαίδευσης και από το έτος 1865 άρχισε να λειτουργεί στο Δαδί το Ελληνικό Σχολείο ή Σχολαρχείο, ως διτάξιο μέχρι το 1898 και ως τριτάξιο μέχρι το 1930 οπότε και καταργήθηκε.
Το Σχολαρχείο του Δαδιού ήταν το μοναδικό της περιοχής, οι μαθητές έμπαιναν ύστερα από αυστηρές εξετάσεις, ήταν μικτό, οι δε μαθητές προέρχονταν απ΄ όλη την περιοχή και παρείχε υψηλής στάθμης εκπαίδευση και φοιτούσαν κατ΄ εξοχήν παιδιά αστικών οικογενειών, αφού κατέβαλαν δίδακτρα.
Οι απόφοιτοι του τριταξίου Σχολαρχείου έπαιρναν πτυχίο και μπορούσαν να διοριστούν σε Ελληνοδιδασκαλεία, που υπήρχαν στα μικρά χωριά.
Τη Διεύθυνση ασκούσε ο Σχολάρχης και διέθετε δυο καθηγητές. Κατά τα τελευταία χρόνια Σχολάρχης ήταν ο Λάμπρος Λαμπρινίδης, Αμφισσαίος, καθηγητές δε ήταν ο Γεώργιος Στρογγύλης (Κουτσομπός) και ο Σπυρίδων Τράκας, στεγαζόταν δε μέχρι το 1916 στο κτίριο Μπάρλα (κοντά στον Αϊ Βλάση), που αργότερα έγινε πταισματοδικείο, μετά δε το 1916 μεταφέρθηκε στο ισόγειο του σπιτιού Κουγιάτσου (Γαρού) μέχρι το 1930 που καταργήθηκε.
Οι μετακομίσεις του Δημοτικού Σχολείου και του Σχολαρχείου – από ισογείου σε ισόγειο - μέχρι το 1930 φέρνουν στη μνήμη μου την εποχή της Ιταλογερμανικής κατοχής, που επιτάξανε το γυμνάσιο και κάναμε μάθημα στον Αϊ Γιώργη και διάφορα ισόγεια του Δαδιού (σπίτι Σκλαβούνου, Παναγιούς Οικονόμου, Καραμαλή κ.ά)
Το παλιό Γυμνάσιο Αμφίκλειας
Λειτούργησε το 1921 ως τετρατάξιο (29 Δαδιώτες μαθητές) και προωθήθηκε σε εξατάξιο το 1930. Το διώροφο κτίριο, όμοιας κατασκευής με το δημοτικό, κατασκεύασε ο Λουκάς Οικονόμου (Λαΐνος), το οποίο αργότερα περιήλθε – λόγω χρεών – στον έμπορο Δημήτριο Ε. Ξηρομερίτη.
Διέθετε περιορισμένο προαύλιο μικρό για 250-280 μαθητές και απέναντι μονώροφη κατασκευή για γραφείο γυμνασιάρχη και καθηγητών.
Το 1937 έγινε οκτατάξιο (προγυμνάσιο) και οι μαθητές έμπαιναν ύστερα από εξετάσεις στην ηλικία των 10 ετών. Όσοι απόφοιτοι 4ης Δημοτικού δεν έμπαιναν στο Γυμνάσιο συνέχιζαν το εξατάξιο Δημοτικό. Το 1976 το οκτατάξιο καταργήθηκε και έγινε τριτάξιο Γυμνάσιο και τριτάξιο Λύκειο.
Οι δυο πρώτοι γυμνασιάρχες του τετραξίου ήταν οι Κωσταντέλλος και Γ. Μπλέτσος και οι καθηγητές Σταύρος Ρίζος φιλόλογος (που στο εξατάξιο του 1930 ήταν ο πρώτος γυμνασιάρχης), Καμαρωτός (φιλόλογος), Μητακάκης (θεολόγος), Μητσόπουλος (μαθηματικός), Γιαννούτσος και Κοντολάμπρος (φιλόλογοι), Ράγκος (γαλλικών), Αλεξόπουλος (φυσικός).
Η μεταστέγαση του Γυμνασίου στη σημερινή θέση είχε μακρόχρονες περιπέτειες. Τα θεμέλια τέθηκαν το 1937 παρουσία Βασιλιά και Υπουργών και στηρίχτηκε σε διαθήκη 300.000 δρχμ. του Αθανασίου Ευταξία, ισόποσης δωρεάς του Λ. Ευταξία και μικρότερης της οικογένειας Μιλτιάδη Μπάρλα.
Με συνεπίκουρους τους συναδέλφους του καθηγητές και τα ντόπια μέλη της Σχολικής Επιτροπής έπεισε τους Δαδιώτες της Αμερικής, που προσέφεραν 150.000 δρχ. της εποχής. Το ποσόν, όμως, ήταν πολύ μικρό για τόσο μεγάλο έργο. Αποτάθηκε τότε στον Ιωάννη Σταματόπουλο – τότε Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και αργότερα πρώτο πρόεδρο του Συνδέσμου Δαδιωτών της Αθήνας – ο οποίος κατόρθωσε τις χαλεπές εκείνες εποχές να εγκρίνει χαμηλότοκο δάνειο 400.000 δρχ. και αργότερα συμπληρωματικό 300.000 δρχ. για ολοκλήρωση του έργου και την αγορά μικροκτημάτων για τη δημιουργία μεγάλου Γυμναστηρίου.
Ο Πλαγιανάκος κατόρθωσε, επίσης, να κινητοποιήσει – να επιστρατεύσει σχεδόν – πολλούς Δαδιώτες, που προσέφεραν δωρεάν ή με μικρή αμοιβή την εργασία τους. Έτσι ο άκαμπτος αυτός άνθρωπος κατόρθωσε το θαύμα: μέσα σε ενάμιση χρόνο περάτωσε το τεράστιο έργο. Το Δαδί χρωστάει ευγνωμοσύνη στον τολμηρό αυτόν άνθρωπο.
Το παλιό και το νέο Γυμνάσιο του Δαδιού, όπως και το Σχολαρχείο στα παλιότερα χρόνια, αποτέλεσαν και αποτελούν το φωτεινό φάρο όχι μόνο των αποφοίτων, αλλά και ολόκληρης της περιοχής στο πνευματικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο.
Άρθρο του αειμνήστου προέδρου του ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΑΜΦΙΚΛΕΙΕΩΝ (ΔΑΔΙΩΤΩΝ) ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΤΣΙΩΤΑ στην εφημερίδα «ΑΜΦΙΚΛΕΙΑ» Μάρτιος-Απρίλιος 2004