Σελίδες

Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

Σχολικοί Αθλητικοί Αγώνες








Η περίοδος αυτή, εκτός από προεκλογική χάρις στα ιδιαίτερα χαμηλά πολιτικά αναστήματα που αναιμικά προσπαθούν να μας κυβερνήσουν, είναι τώρα και περίοδος των Σχολικών Αθλητικών Αγώνων [ποδόσφαιρο, πετόσφαιρα, καλαθόσφαιρα κλπ] σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους, αλλά και περίοδος των Σχολικών Γυμναστικών Επιδείξεων, κάποτε.

Στις φωτογραφίες που ακολουθούν, αποτυπώνονται αθλητικά στιγμιότυπα του τώρα και του κάποτε, στο Γυμνάσιο – Λύκειο της Αμφίκλειας.








Δ. Καλπύρης

Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Βασιλικός μυρίζει εδώ.

Από το 1988 καί ευχαριστούμε τόν Γιώργο Ποδάρα πού διέσωσε το αρχείο.

Δρόμοι κρασιού Κεντρικής Ελλάδας

Όποιοι ακολούθησαν το διήμερο 12 και 13 Μαΐου τον κατάλληλο δρόμο του “Κρασιού Κεντρικής Ελλάδας” και έφτασαν μέχρι τον ξενώνα – κελάρι Αργυρίου στο Πολύδροσο (Σουβάλα), δοκίμασαν και χάρηκαν τα εκλεκτά κρασιά των τοπικών αμπελώνων της οικογένειας και απόλαυσαν τη γνήσια Ρουμελιώτικη φιλοξενία της, μέσα σε ένα εξαιρετικής αισθητικής περιβάλλον, εναρμονισμένο άριστα με την σύγχρονη και σωστή επιχειρηματικότητα.




















Δ. Καλπύρης

Εκδήλωση βυζαντινής χορωδίας στόν Αγιο Ευστάθιο













H βυζαντινή χορωδία των φίλων του Iερού Nαού Kοιμήσεως Θεοτόκου Tιθορέας (Βελίτσας), σε συνεργασία με την ενορία της Κοιμήσεως Θεοτόκου Τιθορέας, το Σάββατο 12 Μαΐου και ώρα 7:30 μ.μ. πραγματοποίησε την 2η εκδήλωσή της η οποία άφησε εξαιρετικές εντυπώσεις, στον Ιερό Ναό Αγίου Ευσταθίου Κουμπουριανών στην Αμφίκλεια.
Δ. Καλπύρης Αμφίκλεια

Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

Ενημέρωση, για όποιον βρεθεί στο ΒΟΛΟ τα επόμενα 2 ΠΣΚ και όχι μόνο.


ΒΟΛΟΣ

Το τμήμα των Βιωματικών Σεμιναρίων της Πειραματικής Σκηνής ολοκληρώνοντας το φετινό κύκλο μαθημάτων (για πέμπτη χρονιά) με θέμα «Θεατρική τέχνη και Τεχνική», παρουσιάζει την θεατρική παράσταση «ΟΛΑ ΑΝΑΠΟΔΑ». Πρόκειται για το ανέβασμα των μονόπρακτων «Η Γυάλα» της Μαρίζας Κελεσίδου, «Το Γιατρικό» του Ιωάννη Δεληκατερίνη, «Η Παληόγλωσσα» του Νικολάου Λάσκαρη, και «Ο Δέκατος τέταρτος» του Μιχαήλ Ζώρα.

Τέσσερες κωμικές ιστορίες με θέματα πάντα επίκαιρα, παρμένα από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, που ξεχωρίζουν για την επικαιρότητα και τις διαχρονικές αλήθειες που παρουσιάζουν, αναφορικά με τις ανθρώπινες σχέσεις, τις μικρότητες, την υποκρισία, τις κρυφές επιθυμίες και τις κοινωνικές συμβάσεις, που ταλανίζουν τους ανθρώπους κάθε εποχής και αποδεικνύουν πως στο πέρασμα του χρόνου οι ψυχές των ανθρώπων μένουν πάντα ίδιες. Όσο κι αν οι συνθήκες αλλάζουν όσο κι αν κάθε είδους «κρίση» χτυπά την πόρτα μας οι ανθρώπινες αδυναμίες και τα ανθρώπινα πάθη θα είναι πάντα το αλατοπίπερο που θα μας θυμίζει πως ο άνθρωπος ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα ζώα του πλανήτη για τις κοινωνικές του σχέσεις.

Το έργο παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία Δημήτρη Πανταζή, σκηνικά Γεωργίας Καλπύρη, κοστούμια Βασίλη Νικολάου, Μαρίζα Κελεσίδου, Όλια Αράμπογλου, Μαρία Μπουρμούλια, Χαρούλα Νικολάου, μουσική επιμέλεια Δημήτρη Ντούκα, Γαρυφαλιά Πανταζή, φωτισμούς Δημήτρη Δημητριάδη, βοηθός σκηνοθέτη Μαρίζα Κελεσίδου, Φωτογραφίες Χρήστου Κουζιώκα BestInk, Κομμώσεις Στέλλα Ζαγκαβιέρου. Τους ρόλους ερμηνεύουν (με σειρά εμφάνισης) οι : Μαρία Κυδωνάκη, Κατερίνα Βαϊράμη, Μαίρη Γιαταγάνα, Εύη Σαμαρά, Δημήτρης Ντούκας, Γεωργία Καλπύρη, Βασίλης Νικολάου, Γαρυφαλιά Πανταζή, Χαρούλα Νικολάου, Μαρία Μπουρμούλια, Όλια Αράμπογλου, Ευαγγελία Χαρίτου, Μαρία Κολίτσα. Το έργο θα παρουσιαστεί για έξη μόνο παραστάσεις και συγκεκριμένα: την Παρασκευή 11, το Σάββατο 12, την Κυριακή 13 και την Παρασκευή 18, το Σάββατο 19, την Κυριακή 20 Μαΐουστις 9.00 μ. μ, στο κινηματοθέατρο «ΑΧΙΛΛΕΙΟ» (Κουμουνδούρου 1).

Προπώληση εισιτηρίων γίνεται μια ώρα πριν την παράσταση στο ταμείο του θεάτρου και η τιμή του εισιτηρίου είναι 5 €. Η Πειραματική Σκηνή που πρώτη καθιέρωσε μια από τις κοινωνικές προσφορές στην πόλη μας, συνεχίζει να δίνει την δυνατότητα σε όλους τους ανέργους της πόλης μας να παρακολουθήσουν δωρεάν την παράσταση με την επίδειξη της κάρτας ανεργίας τους στο ταμείο του θεάτρου, γιατί είναι η ομάδα των ανθρώπων που έχουν περισσότερο την ανάγκη της ψυχαγωγίας από κάθε άλλον και το θέατρο είναι λαϊκό θέαμα.

Η παράσταση γίνεται με την συνεργασία του Δήμου Βόλου, της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού και της Δ.Ο.Ε.Π.Α.Π του Δήμου Βόλου.

Οι ξωτάρηδες τού Παρνασσού


ΟΙ ΞΩΤΑΡΗΔΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ !


Με την ευγενική βοήθεια του Γιάννη Λουκά σας παρουσιάζουμε σήμερα ένα μοναδικό κείμενο του Χρίστου Μαυρόπουλου.

Κάθε σχόλιο από μέρους μου θα ήταν πολύ λίγο μπροστά στο λογοτέχνημα του Μαυρόπουλου.
Απλά απολαύστε το


ΟΙ ΞΩΤΑΡΗΔΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ !


Χρίστος Ε. Μαυρόπουλος

Δρόμος ο Παρνασσός για ντόπιους και ξενομερίτες.
Για ‘κείνους που ερχόσαντε απ’ την ΑΓΟΡΙΑΝΗ, και τράμπα
κάνουν τις σοδειές τους, πατάτες, κρεμμύδια, φασόλια, δαμάσκηνα,μπομπόλια χωματίσια, με λάδι ΑΡΑΧΩΒΙΤΙΚΟ, αγνό, που πάντα περίσσευε
στους συντοπίτες μου.
Τους άλλους απ’ τη ΔΕΣΦΙΝΑ,
που ‘φέρναν άχυρα στα γέργαθα, για όσους είχανε μουλάρια στο κατώγι.

Το ΝΤΟΥΛΑ,
τον κοντακιανό, π’ αλαφροπάταγε κι ερχόταν απ’ το ΣΤΕΙΡΙ,
περιχουγιάζοντας στην αγορά, κοτόπουλα κι αβγά πουλώντας.

Τον ‘ΠΑΜΕΙΝΩΝΤΑ,
τον κοκκινοτρίχη, με το ταξί του, που ‘ φερνε παγοκολώνες για τα νοικοκυριά
και ψάρια απ ‘ την ΙΤΙΑ.
Τους άλλους,
όλους εκείνους τους πραματευτάδες, της ρούγας γυρολόγους, που
πιότερο τα καλοκαίρια ερχόσαντε και με λιανοκουβέντες, ‘ παίνιες,
και με δόσεις, πουλάγανε ντρίλια, χασέδες, βελούδα , αραχνοπάνια,
τσελβόλια, προίκες για τις ανύπαντρες, ροδοστάματα , και μοσκομυρουδιές
για τα κορτσούδια, σκόνες για τα μπακίρια, για τα δόντια, τσατσάρες,
τσακμάκια λουστράτα και μαυρομάνικα μαχαίρια, για αρχόντους
του μεζέ και για τα χασαπάκια !
Δρόμος και για τους δικούς μας, που με τα ζα τους λάδι φορτωμένα
αρκάτοι από το ΖΕΜΕΝΟ περνούσαν κι απ ‘ το ΚΑΤΩ ΧΑΝΙ, τραβώντας για τα
καμποχώρια, τράμπα να κάνουν τη σοδειά τους με στάρι και κριθάρι !
Δρόμος ο Παρνασσός, μα και ζωή, για τους ξωτάρηδες, τους τσοπάνηδες,
που στίψανε την πέτρα, στο άγριο τοπίο, ώσπου να βγάνει, να γίνει χώμα
και ζουμί, ν’ ανθίσει η σκληρή μας γη, τα “ πράματα” να κυλιστούν, και να χορτάσουνε
στη χλωρασιά, να ξεκουβαριαστεί η δόλια τους ψυχή !
Μικρός, τους νόμιζα κι αυτούς ξενομερίτες, που κατεβαίναν στο χωριό,
το γάλα, το τυρί, το κρέας να ξοδιάσουν.
Ώσπου μια μέρα ο πατέρας μου διαφώτισε το φεγγί μου !

« Δεν είν’ γυρουλόγοι, πραματευτάδες. Ανθρώπ’ δ’ κοί μας είν’ ! Ντόπιοι
που βόσκ’νε “ τα πράματα” στον Παρνασσό, τσι κατεβαίν’ στου χουριό !»

Μιαν άλλη με πήρε και στον κούρο !
Δεν ήξερα, μα είδα κι έμαθα… και τι δεν έμαθα !
Πώς κουρέβανε με “ γμαροψάλιδα” οι ξωτάρηδες σκυφτοί. Πώς στρώναν
καταγής τ’ αγριωπά. Πώς σακκιάζαν τα μαλλιά και πώς τα φλωρολογάριαζαν.
Πώς “ κόβανε” τ’ αρνί, πώς το ψένανε και πώς το γλυκοτρώγαν, πίνοντας
το μπρούσκο το κρασί !
Και στο κατόπι ο τσέλιγγας μπροστάρης στο χορό, ψηλός, στεγνός,
κορμί ακάματο, γερό, θαρρείς βγαλμένο από τεχνίτη Ταγιαδόρου χέρι !
Μουστάκια, γένια και μαλλιά δασιά, σαν του βουνού τη χλωρασιά, όμοια βουνίσιου
πρίγκηπα, και δαχτυλιδωτά.
Ματιά γυπαετού, που “έκοβε” ως πέρα μπρατσέρες, τρεχαντήρια,
που αρμενίζανε στο πέρασμα του Κορινθιακού !
Καμζολοφορεμένος, τσαρούχια με φούντες αξανάγλιστες, και
κάλτσες άσπρες, χοντροπλεγμένες μακριές, ως πάνω στα λαγκώνια,
με τα λιανόφουντα σ τις μαύρες γονατάρες, να σιούνται, να λυγιούνται,
κάθε που στράκες έκαν’ το τσαρούχι του απ’ το βαρύ του χέρι, στ’απανωτά
τσαλίμια του χορού !
Κι ότε που έπεσε ο ήλιος και η αποστασίλα βάρυνε τα κορμιά,
ο μπάρμπα – ΓΙΑΝΝΗΣ, ο ξωτάρης, κόνεψε σιμά μου, στο “ κτσούρι”
που καθόμουνα, κι άρχισε το δασκάλεμα:
« Έχνε τσι γίδες τη φυλή τ’ς. ‘Οπους τσ’ ανθρώπ’ ! Σκαρών’ τσι
φαμιλιές. Η Μάννα, τα πιδιά, τσι η γριά. Τσ’ έχνε τσι φτιασιά, στουλίδια,
τσ’ ουνουμασιά ! Να τούτ’ δω τ’ν παρδαλή ,με τα σταχτιά τα τσέρατα,
τ’ν λέμε Κουρούτα !»
Πάνε χρόνια από τότενες…

Σκαπέτισε πια η νιότη απ’ το κορμί μου, αβγάτισε η χοληστερίνη,
βράζουν τα μέσα μου απ’ το τσιγάρο, ασπρίσαν τα μαλλιά μου,
θαμπώσανε οι θύμησες, και, ευτυχώς, που ο καλός ερευνητής,
ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ, έψαξε, βρήκε το κιτάπι του μπάρμπα – ΓΙΑΝΝΗ ΚΕΝΤΡΟΥ,
του ξωτάρη, κι έτσι τώρα διαβάστε και θαμάστε την τάξη, τη σειρά
σ’ ενός ξωτάρη το κοπάδι !


· Γκιόσα = μαύρη καφέ.


· Κόρπα = μαύρη.


· Κουρούτα κάλεσα = έχει κέρατα και η μουσούδα μαύρη.


· Λάγια = μαύρη.


· Γμαρολάγια = γκριζόμαυρη.


· Κουρούτα = με κέρατα παρδαλή ( ασπρόμαυρη).


· Μπούτσκα = καφέ ανοιχτό.


· Τσούλα βάκρα = με μικρά αυτιά, μαύρο σημάδι στο κεφάλι.


· Μπελλοκόκκινη = άσπρη με κόκκινα σημάδια στη μούρη της.


· Λάγια τσομυτή Ραβανί = μαύρη με άσπρο σημάδι στο πρόσωπο.


· Ραβανί = ασπρόμαυρη.


· Φρούσα = μαύρη με άσπρο σημάδι στη μύτη.


· Τσούλα σπανή = μικρά αυτιά και κοντό τρίχωμα.


· Βάκρα σίβα = μαυρόασπρη.


· Ρομπλάτι = με μεγάλα μαστάρια.


· Φλαμουρί = ασπρόμαυρη, πιότερο άσπρο.


Περί Μαρκάλου…


ή, αλλιώς, ημερολόγιο Βατέματος, για να ξέρει ο τσοπάνης


πότε θα γεννήσει η κάθε μια !


15 Ιουλίου γκαστρώθηκε η Κουρούτα –κάλεσα, στέρφη από γάλα.


20 >> >> η Κόρπα και η Παλιολιάρα.


20 >> >> η Παλιολάγια από τα Διστομίτικα.


22 >> >> η Γμαρολάγια.


24 >> >> η Λάγια, που έχει την ελιά στα καπούλια.


26 >> >> η Κουρούτα η παρδαλή, η πρώιμη.


26 >> >> η Κάλεσα η όψιμη, που έχει το γάλα από τα Διστομίτικα.


27 >> >> η Μπούτσκα ή δευτερόγεννη.


27 >> >> η Λάγια, η μεγάλη της Μαριώς.


27 >> >> η Παλιοκάλεσα, η ανταρτίνα.


29 >> >> η Μπελλοκόκκινη ή τριτόγεννη.



Γράφει κι άλλα ο μπάρμπα – ΚΕΝΤΡΟΣ στο κιτάπι του, που δε χρειάζεται εδώ


να σας τα’ μολογήσω. Κι αν ‘ξόδιασα το χρόνο σας με τούτο το γραφτό, είναι


γιατί θέλω όλοι καλά να το νογήσουμε, πως οι ξωτάρηδες του Παρνασσού


εκείνο τον καιρό, μες στα ψηλαγναντέματά τους και μες στη μοναξιά τους,


δεν ήσαντε “ αγρίμια” , που σεργιάναγαν σε ξέλακκα, σε ράχες , σε φαράγγια,


μονέ νοικοκυραίοι, με φαμελιές, τάξη, σειρά και φαντασία, γι’ αυτό και τόσα


ωραία ονόματα, φυλές, σημάδια και περιγραφές στα ζωντανά.


Γι’ αυτό κι η φορμαγέλα, έργο τέχνης, γεύσης και νοστιμιάς


του Παρνασσού η φέτα, μεζές λαχταριστός το κρέας, ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ τ’ αρνί


και της γυροβολιάς !


Πολιτισμού δοξαστικό κι αυτό, ανθρώπων και του τόπου μας,


μες στης ζωής τον ωραίο πηγαιμό!

Μνημόνιο στό Δαδί.


Επιμήκυνση τού χρόνου αποπληρωμής τού δανείου πού είχε πάρει ο Δήμος Δρυμίας από τήν Εθνική Τράπεζα πέτυχε ο Δήμος. Οι δημοτικοί φόροι επί τών ωνίων καί τών εμπορευμάτων  όμως παρέμειναν μέχρι τήν αποπληρωμή του. Αυτά βέβαια συνέβησαν τό 1901.